- ἔπισσα
- ἐφίζωset uponaor ind act 1st sg (attic epic doric ionic aeolic parad-form prose)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
έπισσα — ἔπισσα, ἡ (Α) αυτή που γεννήθηκε αργότερα ή τελευταία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αναλογικός σχηματισμός προς το μέτασσαι* «μεταγενέστερες». Εμφανίζει επίθημα τι αι (πρβλ. περισσός)] … Dictionary of Greek
ἐπίσσας — ἐπίσσᾱς , ἐφίζω set upon aor part act masc nom/voc sg (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μέτασσαι — μέτασσαι, αἱ (Α) (για αιγοπρόβατα) τα όψιμα αρνιά («χωρὶς μὲν πρόγονοι, χωρὶς δὲ μέτασσαι, χωρὶς δ αὖθ ἕρσαι», Ομ. Οδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Μετεπιρρηματικό επίθ. < μετά + επίθημα τι αι (< IE * tyo , πρβλ. αρχ. ινδ. apa tya , amᾱ tya , nitya ), βλ.… … Dictionary of Greek